Διάγνωση
ΠΡΟΧΕΙΡΟ
Η διάγνωση του καρκίνου είναι μία συνταρακτική είδηση στη ζωή ενός ατόμου και χρήζει ειδικής διαχείρισης από τις κατάλληλες ιατρικές ειδικότητες με κεντρικό πρόσωπο στη διαχείριση αυτή τον παθολόγο-ογκολόγο.
Η διάγνωση συνήθως επέρχεται είτε κατόπιν αναγνώρισης και διερεύνησης κάποιων επίμονων ή μη συμπτωμάτων είτε τυχαία σε κάποιο έλεγχο που πραγματοποιήθηκε για άλλο σκοπό (π.χ. αξονική θώρακος που πραγματοποιήθηκε μετά από τροχαίο ατύχημα αναγνωρίζει κακοήθη μάζα πνεύμονα).
Συμπτώματα – Σημεία κατά τη διάγνωση
- Κανένα σύμπτωμα ή σημείο – τυχαίο εύρημα σε προσυμπτωματικό απεικονιστικό έλεγχο
- βήχας, δύσπνοια, αιμόπτυση
- ναυτία, έμετος, σιελόρροια, δυσκαταποσία (δυσκολία στην κατάποση), δυσφαγία (δυσκολία στη σίτιση), δυσπεψία (δυσκολία στη διαδικασία της πέψης) με συνοδό ή όχι μετεωρισμό κοιλίας (το γνωστό φούσκωμα)
- βράγχος φωνής
- πόνος
- διαταραχές κενώσεων
- αιματοχεσία ή μέλαινες κενώσεις (αίμα στα κόπρανα)
- αναιμία
- ίκτερος
- εν τω βάθει θρόμβωση φλεβών συνήθως κάτω άκρων με συνοδό οίδημα (πρήξιμο άκρων), πνευμονική εμβολή, άλλου τύπου θρόμβωση
- λεμφοίδημα άκρων (πρήξιμο άκρων)
- ψηλαφητή μάζα
- σπίλος («ελιά») ή αλλοίωση δέρματος που εμφανίστηκε πρόσφατα ή που μεταβλήθηκε σε όψη, περίγραμμα και χρώμα
Συννοσηρότητες δηλαδή άλλα νοσήματα που ενδέχεται να συνοδεύουν τη διάγνωση – συχνά ονομάζονται παρανεοπλασματικά σύνδρομα
- Σακχαρώδης διαβήτης σε προχωρημένη ηλικία ιδιαίτερα όταν δεν συνυπάρχουν άλλοι μεταβολικοί παράμετροι.
- Εν τω βάθει θρόμβωση φλεβών συνήθως κάτω άκρων με συνοδό οίδημα (πρήξιμο άκρων), πνευμονική εμβολή, άλλου τύπου θρόμβωση (πχ μικροαγγειοπάθεια).
- Ρευματικό ή νευρολογικό νόσημα σε προχωρημένη ηλικία (πχ ρευματοειδής αρθρίτιδα, μυοσίτιδα, μυασθένεια).
Διαγνωστικά εργαλεία
Η διάγνωση του καρκίνου στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν πραγματοποιείται από τον παθολόγο-ογκολόγο.
Συνήθως ένα άτομο είτε εμφανίζει κάποιο σύμπτωμα (βλ. παραπάνω) και επισκέπτεται τον οικογενειακό ιατρό του ή κάποιο άλλο ιατρό της πρωτοβάθμιας φροντίδας είτε χρειάζεται να νοσηλευθεί λόγω κάποιου οξέως συμβάματος (πχ αιματοχεσία) και προχωρώντας στη διερεύνηση των συμπτωμάτων ανευρίσκεται κάποιο ύποπτο απεικονιστικό ή εργαστηριακό εύρημα.
Κατόπιν τις περισσότερες φορές πραγματοποιείται παρακέντηση της πιθανής κακοήθους βλάβης για λήψη βιοψικού υλικού ή κυτταρολογική εξέταση κάποιου βιολογικού υλικού (πχ ούρων, ασκιτικού ή υπεζωκοτικού) ή εκτομή απευθείας της ύποπτης βλάβης (όπως στο μελάνωμα – καρκίνωμα δέρματος). Στη συνέχεια η ιστολογική εξέταση που πραγματοποιείται από ιατρό παθολογοανατόμο θέτει ή όχι τη διάγνωση καρκίνου.
Συνεπώς τις περισσότερες φορές ο ασθενής που πάσχει από καρκίνο έρχεται μετά τη διάγνωσή του στον παθολόγο – ογκολόγο. Επί της ουσίας σε κάθε νέα διάγνωση καρκίνου κάθε ασθενής οφείλει να επισκέπτεται ως πρώτο ιατρό τον παθολόγο-ογκολόγο καθώς είναι η ειδικότητα που έχει ρόλο «ενορχηστρωτή» για το θεραπευτικό πλάνο του ασθενούς (ποια θεραπεία θα δοθεί, με ποια σειρά κλπ). Επιπλέον να σημειωθεί ότι μετά από κάθε νεοδιάγνωση καρκίνου είτε ο ιατρός που έθεσε τη διάγνωση είτε ο θεράπων παθολόγος – ογκολόγος οφείλει βάση νομικού πλαισίου (ΦΕΚ 2998/Β/17-6-2025) να παραπέμπει τον ασθενή στο τοπικό ογκολογικό συμβούλιο καθώς αυτό θα διασφαλίσει τη βελτιστοποίηση των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών προς τον ογκολογικό ασθενή.
Προσδιορισμός σταδίου νόσου
Από τη διάγνωση του καρκίνου έως και τη θεραπεία του μεσολαβεί κάποιο χρονικό διάστημα που είναι διαφορετικό για κάθε τύπο καρκίνου. Κακοήθειες όπως είναι για παράδειγμα η οξεία λευχαιμία απαιτούν άμεση έναρξη αγωγής μετά τη διάγνωση ενώ σε άλλες κακοήθειες μεσολαβεί πρώτα συμπληρωματικός απεικονιστικός ή άλλου τύπου έλεγχος.
Συχνά απαιτείται η διενέργεια αξονικής ή μαγνητικής τομογραφίας για να διευκρινισθεί αν η ανάπτυξη του καρκίνου είναι περιορισμένη σε ένα σημείο ή σε ένα όργανο ή αν έχει επεκταθεί και έχει δημιουργήσει μεταστάσεις σε άλλο απομακρυσμένο όργανο ή λεμφαδένες. Με αυτόν τον τρόπο σταδιοποιείται η νόσος και προσδιορίζεται περαιτέρω η πρόγνωση του ασθενή και το θεραπευτικό του πλάνο.
Παραδείγματα άλλων απεικονιστικές εξετάσεις που χρησιμοποιούνται κατά περίπτωση τύπου ή υπότυπου καρκίνου είναι το σπινθηρογράφημα οστών (πχ σε καρκινώματα του μαστού, του προστάτη, του ουροθηλίου), το PET-CT (πχ σε μελάνωμα, σε καρκίνωμα του πνεύμονα ή κεφαλής – τραχήλου και κατά περίπτωση και σε άλλους τύπους καρκίνου), η ενδοσκόπηση κοίλου οργάνου όπως είναι το έντερο (πχ σε καρκίνωμα ορθού), ενώ παρεμβατικές τεχνικές όπως είναι το ενδοβρογχικό υπερηχογράφημα (EBUS) επίσης εξυπηρετούν στην με ακρίβεια σταδιοποίηση της νόσου (ως επί το πλείστων σε καρκινώματα πνεύμονα).
Μοριακός έλεγχος νόσου
Τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη στην ογκολογία και στις διαθέσιμες θεραπείες είναι ραγδαία. Οι στοχεύουσες θεραπείες, θεραπείες ανεξαρτήτου ιστολογίας όγκου, η ανοσοθεραπεία αλλά και καινοτόμες θεραπείες όπως τα mRNA εμβόλια χρησιμοποιούν τη μοριακή βιολογία του καρκίνου ώστε να στοχεύσουν με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα αλλά και μικρότερη τοξικότητα τα καρκινικά κύτταρα. Η εποχή λοιπόν της ιατρική ακριβείας όπως λέγεται (precision medicine) επιβάλλει τη μοριακή ανάλυση του καρκινικού ιστού μετά από την αρχική βιοψία ή και κατόπιν επαναβιοψίας (πχ στην υποτροπή της νόσου) όποτε το κρίνει ο θεράπων παθολόγος-ογκολόγος. Μεταλλάξεις που έχουν συνεισφέρουν ή έχουν άμεσα οδηγήσει (οδηγές μεταλλάξεις) στην καρκινογένεση, στην ανάπτυξη του όγκου ή/και στην ανθεκτικότητά του μπορεί να μας δόσουν χρήσιμες πληροφορίες για την πρόγνωση της νόσου, την πρόβλεψη στην ανταπόκριση σε κάποια στοχευμένη ή άλλη θεραπεία ή/ και για την ανάγκη μεταβολής θεραπευτικής ογκολογικής στρατηγικής.
Ανακεφαλαιώνοντας η διάγνωση του καρκίνου μπορεί να περιλαμβάνει πολλαπλά βήματα αναγνώρισης της νόσου, από απεικονιστικές εξετάσεις και παρεμβατικές τεχνικές μέχρι μοριακή ανάλυση του όγκου. Σε κάθε περίπτωση όμως ο κάθε θεράπων ιατρός οφείλει να αντιμετωπίζει τον ασθενή ολιστικά φροντίζοντας “σώμα και ψυχή” αλλά και μέσω πολυεπιστημονικής ομάδας μέσω του θεσμού του ογκολογικού συμβουλίου.